υποστηρίζω

υποστηρίζω
1) assert
2) back
3) maintain
4) submit
5) sustain

Ελληνικά-Αγγλικά νέο λεξικό (Greek-English new dictionary). 2015.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • ὑποστηρίζω — pres subj act 1st sg ὑποστηρίζω pres ind act 1st sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • υποστηρίζω — ὑποστηρίζω ΝΜΑ [στηρίζω] 1. στηρίζω αποκάτω 2. μτφ. βοηθώ, ενισχύω, υπερασπίζω (α. «όλοι οι φίλοι του τὸν υποστήριξαν» β. «ὑποστηρίζει δὲ τοὺς δικαίους ὁ Κύριος», Ψαλμ.) νεοελλ. ισχυρίζομαι επίμονα, διατείνομαι («υποστηρίζει ότι δεν έφταιγε… …   Dictionary of Greek

  • υποστηρίζω — υποστηρίζω, υποστήριξα βλ. πίν. 23 …   Τα ρήματα της νέας ελληνικής

  • υποστηρίζω — υποστήριξα, υποστηρίχτηκα, υποστηριγμένος 1. στηρίζω αποκάτω, υποβαστάζω: Τα θεμέλια υποστηρίζουν την οικοδομή. 2. μτφ., βοηθώ, ενισχύω, προστατεύω, υπερασπίζω, συνηγορώ: Ο δικηγόρος υποστηρίζει τους πελάτες του στο δικαστήριο. 3. ισχυρίζομαι… …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ὑποστηρίξει — ὑποστηρίζω aor subj act 3rd sg (epic doric) ὑποστηρίζω fut ind mid 2nd sg ὑποστηρίζω fut ind act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑποστηρίσει — ὑποστηρίζω aor subj act 3rd sg (epic) ὑποστηρίζω fut ind mid 2nd sg ὑποστηρίζω fut ind act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑποστηρίσῃ — ὑποστηρίζω aor subj mid 2nd sg ὑποστηρίζω aor subj act 3rd sg ὑποστηρίζω fut ind mid 2nd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑπεστήριζον — ὑποστηρίζω imperf ind act 3rd pl ὑποστηρίζω imperf ind act 1st sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑποστηριζόμενον — ὑποστηρίζω pres part mp masc acc sg ὑποστηρίζω pres part mp neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑποστηριζόντων — ὑποστηρίζω pres part act masc/neut gen pl ὑποστηρίζω pres imperat act 3rd pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑποστηρίζει — ὑποστηρίζω pres ind mp 2nd sg ὑποστηρίζω pres ind act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”